H εκλογή Trump είναι ένα ακόμη ηχηρό καμπανάκι προειδοποίησης για τις ευρωπαϊκές παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης. Όταν ένας λαός, εν προκειμένω ο αμερικανικός, δίνει ένα εκλογικό αποτέλεσμα που δεν μας αρέσει, δεν μπορούμε να αφορίζουμε το λαό και να βάζουμε μια ταμπέλα που λέει «λαϊκισμός» κι έτσι να ξεμπερδεύουμε. Δεν μπορεί για το ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο να είναι πάντα στραβός ο γιαλός. Αρμενίζει και στραβά σε πολλές περιπτώσεις η Ευρώπη και μάλιστα με την ευθύνη πολιτικών δυνάμεων που θέλουν να εκφράσουν την πρόοδο και το μέλλον.
Το είπε πολύ χαρακτηριστικά ο Γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς: “Δεν πρέπει να αποτελεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι το Δημοκρατικό Κόμμα που έχει εγκαταλείψει τους ανθρώπους της εργατικής τάξης διαπιστώνει τώρα ότι η εργατική τάξη το έχει εγκαταλείψει”.
Για την αποξένωση των συστημικών κομμάτων από τον λαό δεν φταίει ο λαός που δεν καταλαβαίνει. Ευθύνονται συγκεκριμένες πολιτικές, συγκεκριμένες επιλογές, οι οποίες δημιουργούν στην κοινωνία το αίσθημα πως δεν ακούγεται, πως δεν συμμερίζεται κανένας τις ανησυχίες και τις αγωνίες της, πως παλεύει καθημερινά μόνη και αβοήθητη να τα βγάλει πέρα. Αυτή η δύσκολη πραγματικότητα σημαίνει αβεβαιότητα, σημαίνει φόβο για το μέλλον, σημαίνει αμφισβήτηση της προόδου και νοσταλγία για το χθες.
Η αντιμετώπιση της κρίσης εκπροσώπησης και εμπιστοσύνης είναι η απόλυτη προτεραιότητα για κάθε δημοκρατική κοινωνία. Η συμπερίληψη στην πολιτική δεν μπορεί να αφορά μόνο την ατζέντα των ατομικών δικαιωμάτων. Συμπερίληψη σημαίνει να ακούγεται κι ο εργαζόμενος, κι ο νέος φοιτητής κι ο αγρότης κι ο μικρός επιχειρηματίας κι ο άνεργος. Το να ακούγεται δυνατά και καθαρά η φωνή των λιγότερο προνομιούχων της κοινωνίας, είναι το θεμελιακό καθήκον της προοδευτικής παράταξης. Και με αυτό το καθήκον καλούμαστε να αναμετρηθούμε.
Το πρόβλημα της Ευρώπης λοιπόν δεν είναι η εκλογή του Trump. Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό της και βήματα σημειωτόν, παραδομένη στον «αυτόματο πιλότο» της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Στην Ευρώπη πρέπει να επιστρέψει ξανά η πολιτική. Η πολιτική που θα εγγυάται περισσότερη Ευρώπη στους θεσμούς της, καλύτερη Ευρώπη για τους λαούς της και πιο έξυπνη Ευρώπη μέσα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Αντί στην εκλογή Trump να βλέπουμε πιθανές κρίσεις θα ήταν πιο παραγωγικό να εστιάσουμε σε πιθανές ευκαιρίες. Να σκεφτούμε πέρα από τη μέχρι σήμερα «πεπατημένη». Κι ένα πρώτο βήμα θα ήταν η υιοθέτηση της πρότασης Ντράγκι. Αν μέχρι και πριν από την εκλογή Τραμπ η πρόταση Ντράγκι ήταν μια επιλογή, σήμερα πλέον είναι επιβεβλημένη αναγκαιότητα.
Για τα καθ’ ημάς, είναι πολύ πρόωρο να κάνει κάποιος εκτιμήσεις για το αν και πως θα επηρεαστούν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις από την αλλαγή του ενοίκου στον Λευκό Οίκο. Όσο απρόβλεπτος κι αν είναι ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος δεν παύει η αμερικανική εξωτερική πολιτική να έχει κάποιες σταθερές που αναγνωρίζουν τη σημασία της Ελλάδας ως παράγοντα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή. Το άριστο επίπεδο σχέσεων που υπάρχει, τουλάχιστον την τελευταία δεκαπενταετία και υπηρετήθηκε με συνέπεια απ’ όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, δεν είναι πιθανό να αλλάξει. Σε κάθε περίπτωση όμως αυτό που μετράει για την πατρίδα μας είναι η εθνική αυτοπεποίθησή της και η αποτελεσματική αξιοποίηση της τεράστιας γεωπολιτικής αξίας της.