Φτάσαμε τα 202 χρόνια από την επανάσταση του 1821 και είναι η ώρα να κάνουμε κάποιες σκληρές παραδοχές για τη διαχρονική ανεπάρκεια του ελληνικού κράτους σε κρίσιμους τομείς για τη ζωή, την ασφάλεια και την περιουσία του πληθυσμού του.
Πρώτον, όλα τα συστήματα, οι θεσμοί και τα προγράμματα για το ελληνικό κράτος, αρχής γενομένης από τους Βαυαρούς και φτάνοντας μέχρι τα μνημόνια, κόπηκαν και ράφτηκαν πάνω σε ξένο σώμα.
Δεύτερον, η στρατιωτική ήττα της «Μεγάλης Ιδέας» απώθησε το «ποθούμενο» στο συλλογικό ασυνείδητο και η Ελλάδα ζει έκτοτε χωρίς όραμα στρατηγικού βάθους. Άθυρμα των συγκυριών. Αναπνέει με ένα πνεύμονα και με μονίμως κομμένη την ανάσα. Με κομμένη στα δυο και την Κύπρο επίσης.
Συνδυαστικά οι παραδοχές αυτές εξηγούν όλες τις βασικές αιτίες της εθνικής μας κατάθλιψης. Για να ξεφύγουμε, πρέπει να βγάλουμε στην επιφάνεια την αυθεντικότητα των βαθύτερων ψυχικών δυνατοτήτων που μας χαρακτηρίζουν ως λαό. Όπως και τότε. Ο λαός είναι το παρόν του έθνους και το έθνος είναι το παρελθόν και το μέλλον του λαού.
Η Ελληνική Επανάσταση δεν είναι κάτι που έγινε. Η Επανάσταση είναι διαρκής. Γιατί κάθε φορά που το «ξένο ρούχο», μας στενεύει ασφυκτικά, χρειάζεται να δώσουμε τις σωστές απαντήσεις για το πραγματικό εθνικό μας μέγεθος στον κόσμο.
Οι απαντήσεις αυτές δεν είναι ούτε απλές, ούτε εύκολες. Ειδικά τώρα που δεν υπάρχει κανένας ευρωπαϊκός «αυτόματος πιλότος» κι απαιτείται περισσότερο από ποτέ, «εθνική αυτογνωσία». Ωστόσο, όσο και να τις αναβάλλουμε, κουνώντας σημαιάκια στις παρελάσεις και τρώγοντας ήσυχα – ήσυχα τον κατεψυγμένο μπακαλιάρο μας, θα έρθει αναπόφευκτα η στιγμή που θα πρέπει να δοθούν.
Καλύτερα λοιπόν να προετοιμαστούμε εγκαίρως. Μακριά από διχασμούς που έχουμε ακριβοπληρώσει ιστορικά, να διαμορφώσουμε το φρέσκο εθνικό αφήγημα που μας λείπει, το αφήγημα που πραγματικά θα μας κάνει να ξαναπιστέψουμε πως αξίζει να είμαστε Έλληνες, όχι για αυτά που έχουμε ή δεν έχουμε, αλλά κυρίως γι’ αυτό που είμαστε. Δεν είμαστε το μοναχικό ακριτικό σύνορο της Δύσης. Είμαστε η γέφυρα της Δύσης με την Ανατολή. Αυτή είναι η μοναδικότητά μας, η θετική συνεισφορά μας στον κόσμο και η τεράστια γεωπολιτική αξία του «οικοπέδου» μας.