Το Προεδρικό Διάταγμα (Π.Δ.)129/2025 φέρνει σαρωτικές αλλαγές στην πολεοδομική πραγματικότητα των μικρών οικισμών της χώρας, με στόχο τη σαφή οριοθέτηση, την προστασία της φυσιογνωμίας τους και τον περιορισμό της άναρχης δόμησης, αλλά με σημαντικές επιπτώσεις για τους ιδιοκτήτες μικρών οικοπέδων και την αξία της γης.
- Γράφει η Διεθνολόγος, Δρ. Ελευθερία Φτακλάκη
Απώτερος του νομοθέτη μέσω αυτής της πρωτοβουλίας, επιχειρεί να βάλει τέλος σε δεκαετίες άναρχης δόμησης, ασαφών ορίων και καταστρατήγησης του χωροταξικού σχεδιασμού.
Όμως οι αντιδράσεις και οι δυσκολίες που διαμορφώνονται πολλαπλές και ο κοινωνικός αντίκτυπος ιδιαίτερα ισχυρός για την ελληνική περιφέρεια ( ειδικά για τη νησιωτική και ορεινή Ελλαδα).
✔️Συνοπτικά τι περιλαμβάνει το Π.Δ.129/2025
Εισάγει νέο πλαίσιο για την οριοθέτηση των οικισμών με πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων, συμπεριλαμβάνοντας και τους παλαιούς οικισμούς που υφίστανται πριν το 1923. Τα όρια των οικισμών καθορίζονται πλέον με βάση την κατάσταση που υπήρχε πριν τις 14 Μαρτίου 1983, χωρίς να επιτρέπεται οποιαδήποτε επέκταση ή διεύρυνση, ακόμη και αν υπάρχουν νέες ανάγκες δόμησης.
Παράλληλα, αυστηροποιούνται οι όροι δόμησης: οικόπεδα μικρότερα των 2 στρεμμάτων παύουν να θεωρούνται οικοδομήσιμα, εκτός αν πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, όπως πρόσωπο σε υφιστάμενο κοινόχρηστο δρόμο. Εισάγονται τρεις πολεοδομικές ζώνες με διαφορετικούς όρους δόμησης και χρήσεις γης, ενώ προβλέπονται και 15 ειδικές εξαιρέσεις (π.χ. για προστατευόμενες περιοχές ή γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας).
Το διάταγμα απαγορεύει τη μελλοντική διεύρυνση των ορίων των οικισμών και περιορίζει δραστικά τη δυνατότητα δόμησης σε πολλές ιδιοκτησίες που μέχρι σήμερα θεωρούνταν οικοδομήσιμες. Οι νέες ρυθμίσεις θα εφαρμοστούν μετά την έκδοση ειδικού Π.Δ. για κάθε οικισμό, εκτός από την απαγόρευση βιομηχανικών εγκαταστάσεων που ισχύει άμεσα. Ως αποτέλεσμα, πολλά ακίνητα κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως εκτός σχεδίου και να χάσουν το δικαίωμα δόμησης, με σημαντικές επιπτώσεις για τους ιδιοκτήτες.
✔️Θετικές Προσεγγίσεις:
Από τη μία πλευρά, το διάταγμα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση όσον αφορά στην προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η αυστηροποίηση των όρων δόμησης και η σαφής οριοθέτηση των οικισμών μπορούν να συμβάλουν στην αποτροπή της ανεξέλεγκτης επέκτασης, στη διατήρηση της παραδοσιακής φυσιογνωμίας των χωριών και στη βιώσιμη ανάπτυξη της υπαίθρου. Επίσης, η απαγόρευση βιομηχανικών εγκαταστάσεων κοντά σε μικρούς οικισμούς προστατεύει την ποιότητα ζωής των κατοίκων και το τοπικό περιβάλλον.
✔️Αρνητικές Αντιδράσεις και Προβληματισμοί:
Ωστόσο, το διάταγμα έχει προκαλέσει δικαίως έντονες αντιδράσεις, κυρίως από ιδιοκτήτες μικρών οικοπέδων και τοπικές κοινωνίες που βλέπουν τις περιουσίες τους να απαξιώνονται. Πολλοί το ερμηνεύουν ως ένα μέτρο που πλήττει τη μικροϊδιοκτησία και περιορίζει τις δυνατότητες αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας, ειδικά σε περιοχές που η οικονομική δραστηριότητα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην οικοδομή και τον τουρισμό.
Ο φόβος ότι η εφαρμογή του διατάγματος, χωρίς βελτιωτικές προτάσεις, επαρκή μεταβατική περίοδο, αντισταθμιστικά μέτρα (π.χ. αποζημιώσεις, εναλλακτικές χρήσεις), θα οδηγήσει σε κοινωνικές εντάσεις και θα ενισχύσει το αίσθημα αδικίας, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή ανεργία ή πληθυσμιακή συρρίκνωση.
Ειδικά στη νησιωτική Ελλάδα και στις ορεινές απομακρυσμένες περιοχές, όπου η πολιτική κατεύθυνση αφορά την ισόρροπη ανάπτυξη των οικιστικών συνόλων στο ευρύτερο πλαίσιο της ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας των προορισμών , η κυβέρνηση οφείλει να επανεξετάσει το επίμαχο ΠΔ λαμβάνοντας υπόψη της τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των περιοχών!
✔️Πολιτικές Προεκτάσεις
Σε πολιτικό επίπεδο, το Π.Δ. 129/2025 εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική εκσυγχρονισμού του κράτους και εναρμόνισης με τις ευρωπαϊκές επιταγές για βιώσιμη ανάπτυξη, προστασία περιβάλλοντος και ορθολογική διαχείριση της γης.
Παράλληλα, όμως, θέτει την κυβέρνηση αντιμέτωπη με το διαχρονικό δίλημμα: πώς θα εξισορροπήσει την ανάγκη για τάξη και προστασία του περιβάλλοντος με το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την τοπική ανάπτυξη.
Η επιτυχία ή αποτυχία της μεταρρύθμισης θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα υλοποιηθεί στην πράξη, αν θα υπάρξει διάλογος με τις τοπικές κοινωνίες και αν θα ληφθούν μέτρα για να μετριαστούν οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.