Κυριακή 6 Οκτωβρίου, 2024

99.5

LIVE

Ερευνα: Η μάχη με τα υπερβακτήρια και η πρόβλεψη για 39 εκατομμύρια θανάτους

Ελληνες επιστήμονες που συμμετείχαν στην πρώτη παγκόσμια ανάλυση των τάσεων της μικροβιακής αντοχής από το 1990, εξηγούν στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» γιατί η Ελλάδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις, εφόσον δεν υπάρξει δραστική αλλαγή, θα συγκαταλέγεται το 2050 στις χώρες με τον υψηλότερο δείκτη θνησιμότητας

Περισσότεροι από 39 εκατομμύρια άνθρωποι θα πεθάνουν πριν από το 2050 εξαιτίας των υπερβακτηρίων. Η συνεχής εξέλιξη των βακτηρίων που εν πολλοίς οφείλεται στη μη αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών εξαιτίας της έως τώρα αλόγιστης χρήσης τους, προβλέπεται ότι θα αυξήσει τα επόμενα χρόνια σε 1,91 εκατομμύρια τους άμεσους ετήσιους θανάτους παγκοσμίως. Το αντίστοιχο νούμερο το 2021 ανερχόταν σε 1,14 εκατομμύρια θανάτους ετησίως. Αυτό είναι ένα από τα κυριότερα συμπεράσματα της μελέτης – ορόσημο που δημοσιεύθηκε πριν από μερικές ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Lancet και στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 500 ερευνητές. Πρόκειται για την πρώτη παγκόσμια ανάλυση των τάσεων της μικροβιακής αντοχής από το 1990 έως το 2021, βάσει δεδομένων που αντλήθηκαν από 204 χώρες.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς της έρευνας, η μικροβιακή αντοχή δεν θα ευθύνεται μόνο για τους άμεσους αυτούς θανάτους, καθώς προβλέπεται να οδηγήσει σε συνολικά 8,2 εκατομμύρια ετήσιους θανάτους παγκοσμίως έως το 2050. Αντίστοιχα, το 2021 καταγράφηκαν 4,71 εκατομμύρια θάνατοι για τους οποίους ευθυνόταν απόλυτα ή σε μικρότερο βαθμό η μικροβιακή αντοχή. Μια από τις χώρες που προβλέπεται να καταγράψει τις επόμενες δεκαετίες τους περισσότερους θανάτους εξαιτίας αυτής της συνθήκης, είναι δυστυχώς και η Ελλάδα. Αλλωστε, παρότι η μικροβιακή αντοχή αναμένεται να πλήξει κατά κύριο λόγο χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, ειδικά σε νότια Ασία, Λατινική Αμερική και Καραϊβική, προβλέπεται ότι θα αποτελέσει –ακόμη σημαντικότερο– πρόβλημα για το σύνολο της ανθρωπότητας στο μέλλον. Μοναδική λύση, σύμφωνα με όσα ανέφεραν στην «Κ» Ελληνες επιστήμονες που συμμετείχαν στην έρευνα, είναι η ανακάλυψη νέων αντιβιοτικών, η πρόληψη των λοιμώξεων, οι καλύτερες συνθήκες υγιεινής, η βελτιωμένη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και η υιοθέτηση βέλτιστων πολιτικών ώστε να μειωθούν οι ενδοσοκομειακές λοιμώξεις.

«Τα αντιβιοτικά δεν είναι πανάκεια»

Σύμφωνα με όσα σχολίασε στην «Κ» ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής Υγείας, κάτοχος της έδρας Brian Abel-Smith και επικεφαλής του τμήματος Δημόσιας Υγείας στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), που συμμετείχε στην επίμαχη έρευνα, η αντίσταση στα αντιμικροβιακά φάρμακα «θα αποτελέσει ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα λόγω των ταχέως γηρασκόντων πληθυσμών και της αυξημένης ευπάθειας των ηλικιωμένων σε λοιμώξεις. Οι ηλικιωμένοι και οι χρονίως πάσχοντες διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο λόγω της μικροβιακής αντοχής, ιδιαίτερα όταν αναζητούν θεραπεία σε νοσοκομεία και μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας».

Από την πλευρά του, ο Απόστολος Μπελούκας, αναπληρωτής καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας και Ιολογίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ, ο οποίος επίσης συμμετείχε στην έρευνα, σχολίασε στην «Κ» ότι «εξαιτίας της αλόγιστης χρήσης αντιβιοτικών οι μικροοργανισμοί έχουν αναπτύξει μηχανισμούς αντοχής σε αρκετές κατηγορίες αντιμικροβιακών ουσιών».

Ερευνα: Η μάχη με τα υπερβακτήρια και η πρόβλεψη για 39 εκατομμύρια θανάτους-1
Ο παγκόσμιος δείκτης θνησιμότητας εξαιτίας της μικροβιακής αντοχής το 1990, όταν η Ελλάδα κατέγραφε 12-15 θανάτους ανά 100.000 ανθρώπους. Πηγή δεδομένων: Ερευνα Lancet

Αλλωστε, όπως εξήγησε ο κ. Μόσιαλος, εκτός από την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών, «η έλλειψη νέων αντιβιοτικών για τη θεραπεία ανθεκτικών στα φάρμακα λοιμώξεων θα επιδεινώσει το πρόβλημα». Μάλιστα, ο ίδιος θεωρεί πως «εάν δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς, μέχρι το 2035, η μικροβιακή αντοχή προβλέπεται να κοστίζει στην παγκόσμια οικονομία 412 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως λόγω του αυξημένου κόστους της υγειονομικής περίθαλψης και 443 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως λόγω απώλειας παραγωγικότητας του εργατικού δυναμικού».

 Η μικροβιακή αντοχή προβλέπεται να κοστίζει στην παγκόσμια οικονομία 412 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως λόγω του αυξημένου κόστους της υγειονομικής περίθαλψης.

Σύμφωνα με την έρευνα, περίπου το 75% των λοιμώξεων που οφείλονται στη μικροβιακή αντοχή, συνδέονται με νοσοκομειακές λοιμώξεις. Πρόκειται για φαινόμενο που, σύμφωνα με τον κ. Μπελούκα, οφείλεται στο ότι «είναι μεγαλύτερη η πιθανότητα οι μικροοργανισμοί που αναπτύσσονται σε υγειονομικούς χώρους να είναι ανθεκτικοί. Χρειάζονται παρεμβάσεις σε πολλά επίπεδα. Θα πρέπει μεταξύ άλλων να υπάρχει υγιεινή των χεριών και του περιβάλλοντος στους νοσοκομειακούς χώρους, καταγραφή και σωστή χρήση των αντιβιοτικών που χρησιμοποιούνται στους υγειονομικούς χώρους και βελτιωμένη επιτήρηση στις διάφορες λοιμώξεις και στο πώς αντιμετωπίζεται η καθεμία. Αλλωστε, τα αντιβιοτικά δεν είναι πανάκεια. Επίσης, σε κάθε μονάδα υγείας θα πρέπει να υπάρχει σωστή χωροχρονική διευθέτηση των περιστατικών, ώστε με σωστές πρακτικές να αποφεύγεται η μετάδοση των λοιμώξεων».

Μείωση στους θανάτους παιδιών έως 5 ετών

Βάσει των ευρημάτων της έρευνας, οι θάνατοι εξαιτίας της μικροβιακής αντοχής αυξάνονται ήδη σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Είναι ενδεικτικό ότι στους ανθρώπους άνω των 70 ετών οι θάνατοι αυξήθηκαν κατά 80% από το 1990 κι έπειτα, ενώ αυτή η αύξηση αναμένεται να φτάσει το 146% έως το 2050. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν τα παιδιά έως 5 ετών, οι θάνατοι των οποίων μειώθηκαν από 488.000 που ήταν το 1990 σε 193.000 το 2021.

Ερευνα: Η μάχη με τα υπερβακτήρια και η πρόβλεψη για 39 εκατομμύρια θανάτους-2
Το 2021 οι θάνατοι εξαιτίας της μικροβιακής αντοχής στην Ελλάδα έφτασαν τους 21-24 ανά 100.000 κατοίκους. Πηγή δεδομένων: Ερευνα Lancet

Σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο, το φαινόμενο της σημαντικής μείωσης των θανάτων στα παιδιά έως 5 ετών «συμπίπτει με τις εκτεταμένες προσπάθειες εμβολιασμού και τη βελτιωμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες ύδρευσης, αποχέτευσης και υγιεινής». Ταυτόχρονα όμως, σύμφωνα με τον ίδιο, «το 2021, το 36% των θανάτων από σηψαιμία σε παιδιά κάτω των 5 ετών συνδέθηκαν με ανθεκτικά στα φάρμακα βακτήρια, μια αύξηση κατά 10% σε σύγκριση με το 1990. Τα παιδιά που αναπτύσσουν σηψαιμία αντιμετωπίζουν λοιμώξεις που είναι ολοένα και πιο δύσκολο να θεραπευτούν. Πολλά παιδιά εξακολουθούν να πεθαίνουν λόγω έλλειψης πρόσβασης σε επαρκή αντιβιοτικά για τις λοιμώξεις τους στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος».

Στο «κόκκινο» η Ελλάδα

Τα στοιχεία αναφορικά με τη χώρα μας δεν είναι ενθαρρυντικά. Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Νοέμβριο, η Ελλάδα παραμένει πρώτη σε θανατηφόρες λοιμώξεις στην Ε.Ε. εξαιτίας ανθεκτικών ή πολυανθεκτικών μικροβίων, καταγράφοντας 20 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους. Βάσει της τωρινής έρευνας που δημοσιεύθηκε στο Lancet, προβλέπεται πως –εφόσον δεν υπάρξει δραστική αλλαγή– η Ελλάδα θα συγκαταλέγεται το 2050 στις ελάχιστες χώρες όπου θα καταγράφονται περισσότεροι από 30 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους.

Ερευνα: Η μάχη με τα υπερβακτήρια και η πρόβλεψη για 39 εκατομμύρια θανάτους-3
Οπως προβλέπεται στην έρευνα, έως το 2025, η Ελλάδα θα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες παγκοσμίως, όπου θα καταγράφονται περισσότεροι από 30 θανάτοι ετησίως. 

Βάσει δεδομένων που παρείχε στην «Κ» η εταιρεία IQVIA Hellas, η χώρα μας καταγράφει σταθερά πωλήσεις άνω των 20 εκατομμυρίων συσκευασιών αντιβιοτικών, στο σύνολο της αγοράς των ιδιωτικών φαρμακείων της χώρας. Συγκεκριμένα, το 2019 οι πωλήσεις συσκευασιών αντιβιοτικών ανήλθαν στην Ελλάδα σε 24.263.200, το 2020 σε 23.346.600, το 2021 σε 20.487.500, το 2022 σε 23.275.500 και το 2023 σε 24.560.800 πωλήσεις.

Στην Ελλάδα δεν εφαρμόζονται αποτελεσματικά μέτρα για τον περιορισμό της αλόγιστης συνταγογράφησης αντιβιοτικών και των ενδοσοκομειακών λοιμώξεων. Και βεβαίως, υπάρχει μικροβιακή αντοχή και σε ορισμένα νέα αντιβιοτικά.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας για τη χώρα μας, ο κ. Μπελούκας είπε ότι «αν δεν παρθούν άμεσα αποφάσεις, έως το 2050 θα είμαστε στο βαθύ κόκκινο. Εχουμε μεγάλη διασπορά πολυανθεκτικών μικροοργανισμών σε νοσοκομειακά περιβάλλοντα. Εκτός από τις πρακτικές που δεν εφαρμόζουμε στους υγειονομικούς χώρους, είμαστε μια χώρα όπου δεν υπάρχει η κουλτούρα της σωστής χρήσης αντιβιοτικών».

Στο ερώτημα αναφορικά με το πού οφείλονται οι αυξημένοι θάνατοι που καταγράφονται στην Ελλάδα εξαιτίας της μικροβιακής αντοχής και πόσο τον ανησυχεί το φαινόμενο, ο κ. Μόσιαλος απάντησε ότι «αυτό συμβαίνει επειδή δεν εφαρμόζονται αποτελεσματικά μέτρα για τον περιορισμό της αλόγιστης συνταγογράφησης αντιβιοτικών και των ενδοσοκομειακών λοιμώξεων. Και βεβαίως υπάρχει μικροβιακή αντοχή και σε ορισμένα νέα αντιβιοτικά. Ωστόσο, το θέμα δεν είναι αν ανησυχώ εγώ, αλλά αν ανησυχούν όσοι λαμβάνουν αποφάσεις για την πολιτική υγείας στη χώρα μας».

«Δεν μπορείς να βγάλεις πολλά χρήματα από ένα αντιβιοτικό»

Οπως αναγράφεται σε πρόσφατο δημοσίευμα του Guardian, μετά το 1990 έχει ανακαλυφθεί ή κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας μόνο μια νέα κατηγορία αντιβιοτικών. Στο διάστημα μεταξύ του 1940 και του 1979 ανακαλύφθηκαν περισσότερες από 25 κατηγορίες αντιβιοτικών.

Αλλωστε, όπως δήλωσε στο ίδιο δημοσίευμα η Λάουρα Πίντοκ, επιστημονική διευθύντρια της παγκόσμιας σύμπραξης Ερευνας και Ανάπτυξης Αντιβιοτικών (GardP), «είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις πολλά χρήματα από ένα αντιβιοτικό». Πάντως, η ίδια αισιοδοξεί ότι εργαλεία όπως η τεχνητή νοημοσύνη, μπορούν να συμβάλλουν στην ανακάλυψη νέων χημικών ενώσεων για την καταπολέμηση των επικίνδυνων βακτηρίων.

Οταν προκύψει η ανάγκη και δεν υπάρχουν διαθέσιμα αντιβιοτικά, δεν θα μπορούν να αναπτυχθούν μέσα σε 1-2 χρόνια, με αποτέλεσμα να χαθούν ζωές.

Αναφορικά με το γιατί δεν υπάρχουν σημαντικές επενδύσεις στην ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών, ο κ. Μόσιαλος σχολίασε ότι «οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν είναι διατεθειμένες να πληρώσουν για φάρμακα που δεν είναι άμεσα απαραίτητα, αλλά μπορεί να χρειαστούν σε μερικά χρόνια από τώρα. Οταν όμως προκύψει η ανάγκη και δεν υπάρχουν διαθέσιμα αντιβιοτικά, δεν θα μπορούν να αναπτυχθούν μέσα σε 1-2 χρόνια, με αποτέλεσμα να χαθούν πολλές ζωές».

Επομένως, ο ίδιος κρίνει ότι «είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν πολιτικές που θα παρέχουν κίνητρα στη φαρμακευτική βιομηχανία για την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών. Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να επιδοτούν μέρος του κόστους Ερευνας και Ανάπτυξης, όπως έκαναν με την ανάπτυξη των εμβολίων κατά την πανδημία. Αυτό όμως να γίνει με συγκεκριμένους όρους, κάτι που δυστυχώς δεν συνέβη με τη σημαντική επιδότηση της παραγωγής των εμβολίων κατά της Covid. Οι όροι αυτοί θα μπορούσαν να αφορούν χαμηλότερες τιμές για τις αναπτυγμένες χώρες και δωρεάν διάθεση αντιβιοτικών για τις χώρες χαμηλού εισοδήματος».

 

Πηγή: kathimerini.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

© 2020-2024 – RealVoice 99.5 All Rights Reserved.  Κατασκευή ιστοσελίδας

Χρησιμοποιούμε cookies για να σου προσφέρουμε μία προσωποποιημένη εμπειρία καθώς και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. ΑΠΟΔΟΧΗ Μάθε περισσότερα